Ολοένα και μικρότερο μερίδιο του εθνικού εισοδήματος αντιπροσωπεύουν τα εισοδήματα των εργαζομένων τις τελευταίες δεκαετίες στις ανεπτυγμένες και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Ιδιαίτερα μεγάλη είναι η μείωση των μεσαίων εισοδημάτων και παράλληλα η διεύρυνση της ανισότητας. Σε αυτή τη διαπίστωση καταλήγει το ΔΝΤ, που σε έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία το 2017 αποδίδει αυτή την αρνητική εξέλιξη αφενός στη ραγδαία τεχνολογική πρόοδο και αφετέρου στην παγκοσμιοποίηση και στις αλλαγές στον καταμερισμό εργασίας που αυτή έχει επιφέρει.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες η εξέλιξη άρχισε να καταγράφεται από τη δεκαετία του 1980, με το ποσοστό των μισθών επί του ΑΕΠ να φτάνει στο χαμηλότερο επίπεδό του ακριβώς πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Εκτοτε δεν έχει ανακάμψει, και σήμερα είναι κατά σχεδόν 4 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το αντίστοιχο του 1970. Η πτωτική πορεία είναι παρεμφερής και στις αναδυόμενες αγορές και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, με αφετηρία τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Παραδόξως, η μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων είναι μεγαλύτερη στις ισχυρότερες από τις οικονομίες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Στην Κίνα, για παράδειγμα, όπου μολονότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες πέτυχε να μειώσει δραστικά τη φτώχεια, το ποσοστό των εισοδημάτων των εργαζομένων επί του ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά σχεδόν 3 εκατοστιαίες μονάδες.
Το Ταμείο καταγράφει, παράλληλα, τη διεύρυνση της ανισοτήτας μεταξύ διαφορετικών εισοδηματικών κατηγοριών, εν μέρει εξαιτίας της χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας. Οπως τονίζει, οι χαμηλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση των εισοδημάτων τους, επειδή περιορίστηκαν σημαντικά τα επαγγέλματα μεσαίας εξειδίκευσης και μεσαίου εισοδήματος. Ταυτοχρόνως, η συγκέντρωση κεφαλαίου στα χέρια επιχειρηματιών έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση της εισοδηματικής ανισότητας. Το ΔΝΤ επισημαίνει τις μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στους ρυθμούς ανάπτυξης διαφορετικών χωρών. Αυτές οι αποκλίσεις στρέφουν την κοινή γνώμη κατά της παγκοσμιοποίησης και ενισχύουν τις τάσεις για εσωστρεφείς οικονομικές πολιτικές. Υπεραμύνεται, πάντως, της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογικής προόδου που έχει συνεισφέρει σημαντικά στην παγκόσμια ανάπτυξη και στην αύξηση της ευημερίας, καθώς και στη σύγκλιση των εισοδημάτων στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Ειδικότερα, τονίζει πως στον αναπτυσσόμενο κόσμο το εμπόριο έχει αυξήσει εισοδήματα αλλά και την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, ενώ έχει τεκμηριωμένα βοηθήσει εκατομμύρια ανθρώπους να ξεφύγουν από τη φτώχεια. Και μολονότι αναγνωρίζει πως σε ορισμένες αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες αγορές οι μισθοί αυξήθηκαν λιγότερο από όσο αυξήθηκε η παραγωγικότητα στο ίδιο χρονικό διάστημα, τονίζει πως η αύξησή τους οφείλεται έως έναν βαθμό στην ενσωμάτωση αυτών των χωρών στην παγκόσμια οικονομία. Την ίδια στιγμή, όμως, το Ταμείο αναγνωρίζει πως σε ορισμένες ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν χαθεί και εξακολουθούν να χάνονται πολλές θέσεις εργασίας εξαιτίας αφενός του αυτοματισμού και αφετέρου της μεταφοράς τμημάτων της παραγωγής σε χώρες χαμηλού κόστους.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες η εξέλιξη άρχισε να καταγράφεται από τη δεκαετία του 1980, με το ποσοστό των μισθών επί του ΑΕΠ να φτάνει στο χαμηλότερο επίπεδό του ακριβώς πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Εκτοτε δεν έχει ανακάμψει, και σήμερα είναι κατά σχεδόν 4 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το αντίστοιχο του 1970. Η πτωτική πορεία είναι παρεμφερής και στις αναδυόμενες αγορές και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, με αφετηρία τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Παραδόξως, η μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων είναι μεγαλύτερη στις ισχυρότερες από τις οικονομίες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Στην Κίνα, για παράδειγμα, όπου μολονότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες πέτυχε να μειώσει δραστικά τη φτώχεια, το ποσοστό των εισοδημάτων των εργαζομένων επί του ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά σχεδόν 3 εκατοστιαίες μονάδες.
Το Ταμείο καταγράφει, παράλληλα, τη διεύρυνση της ανισοτήτας μεταξύ διαφορετικών εισοδηματικών κατηγοριών, εν μέρει εξαιτίας της χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας. Οπως τονίζει, οι χαμηλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση των εισοδημάτων τους, επειδή περιορίστηκαν σημαντικά τα επαγγέλματα μεσαίας εξειδίκευσης και μεσαίου εισοδήματος. Ταυτοχρόνως, η συγκέντρωση κεφαλαίου στα χέρια επιχειρηματιών έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση της εισοδηματικής ανισότητας. Το ΔΝΤ επισημαίνει τις μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στους ρυθμούς ανάπτυξης διαφορετικών χωρών. Αυτές οι αποκλίσεις στρέφουν την κοινή γνώμη κατά της παγκοσμιοποίησης και ενισχύουν τις τάσεις για εσωστρεφείς οικονομικές πολιτικές. Υπεραμύνεται, πάντως, της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογικής προόδου που έχει συνεισφέρει σημαντικά στην παγκόσμια ανάπτυξη και στην αύξηση της ευημερίας, καθώς και στη σύγκλιση των εισοδημάτων στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες.
Ειδικότερα, τονίζει πως στον αναπτυσσόμενο κόσμο το εμπόριο έχει αυξήσει εισοδήματα αλλά και την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, ενώ έχει τεκμηριωμένα βοηθήσει εκατομμύρια ανθρώπους να ξεφύγουν από τη φτώχεια. Και μολονότι αναγνωρίζει πως σε ορισμένες αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες αγορές οι μισθοί αυξήθηκαν λιγότερο από όσο αυξήθηκε η παραγωγικότητα στο ίδιο χρονικό διάστημα, τονίζει πως η αύξησή τους οφείλεται έως έναν βαθμό στην ενσωμάτωση αυτών των χωρών στην παγκόσμια οικονομία. Την ίδια στιγμή, όμως, το Ταμείο αναγνωρίζει πως σε ορισμένες ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν χαθεί και εξακολουθούν να χάνονται πολλές θέσεις εργασίας εξαιτίας αφενός του αυτοματισμού και αφετέρου της μεταφοράς τμημάτων της παραγωγής σε χώρες χαμηλού κόστους.
Νέες προκλήσεις για τις αναδυόμενες
Αν και αντιπροσωπεύουν σήμερα το 80% της παγκόσμιας ανάπτυξης, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από το αντίστοιχο πριν από δύο δεκαετίες, οι αναδυόμενες αγορές δεν έχουν δεδομένη την ανάπτυξή τους, καθώς την οφείλουν ώς έναν βαθμό στο ευνοϊκό παγκόσμιο περιβάλλον, ιδιαιτέρως τα χρόνια μετά το 2000. Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι ευνοϊκές συνθήκες έχουν εκλείψει και καλεί τις αναδυόμενες οικονομίες να προχωρήσουν σε σειρά αλλαγών, προκειμένου να αναπτυχθούν περαιτέρω: να ενισχύσουν το θεσμικό πλαίσιο και να προστατεύσουν το εμπόριο, να επιτρέψουν την ελεύθερη διακύμανση των νομισμάτων τους και να τιθασεύσουν τις εγγενείς αδυναμίες τους, όπως τα μεγάλα ελλείμματα και το υψηλό δημόσιο χρέος τους. Αυτή την αναμόρφωσή τους υπαγορεύει η επιβράδυνση των ανεπτυγμένων οικονομιών και η επακόλουθη μείωση της ζήτησης για τα εξαγόμενα προϊόντα τους, καθώς και η αλλαγή αναπτυξιακού μοντέλου στην Κίνα που εισάγει λιγότερες πρώτες ύλες. Στους αρνητικούς εξωτερικούς παράγοντες έχουν προστεθεί η επανεμφάνιση του προστατευτισμού στις ανεπτυγμένες οικονομίες και η επιβολή πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ.
kathimerini.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου