Αφού πήραμε μια γεύση για το κόστος, υπό μορφή διδάκτρων των προπτυχιακών σπουδών στην Αγγλία, ας δούμε τι συμβαίνει και στα καθ’ ημάς. Εδώ δεν έχουν ακόμα επιβληθεί δίδακτρα για την απόκτηση του βασικού πτυχίου, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο και για τα μεταπτυχιακά προγράμματα.
Από το 2000 και μετά παρατηρείται μια αλματώδης αύξηση της ζήτησης μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών, όχι γιατί τους έπιασε ξαφνικά το μεράκι τους φοιτητές να εμβαθύνουν λιγάκι παραπάνω στο αντικείμενο των σπουδών τους, αλλά γιατί με την κατάκτηση μιας περαιτέρω βαθμίδας σπουδών ευελπιστούν να αποκτήσουν ευκολότερα πρόσβαση στη νεφελώδη αγορά εργασίας, όποια και να είναι αυτή. Συγκεκριμένα, ενώ το 2000 οι μεταπτυχιακοί φοιτητές στην Ελλάδα αποτελούσαν το8.7% των προπτυχιακών, το 2006 ανήλθαν στο 22%, και σε απόλυτα νούμερα στους 74,300.
Τέτοια ζήτηση κανείς κλάδος της βιομηχανίας δεν είχε ξαναματαδεί, και όπως ήταν φυσικό τα πανεπιστήμια άρπαξαν την ευκαιρία που τους έδωσε το Υπουργείο, δουλεύοντας μάλιστα και σε διπλοβάρδιες, για να ξεδιψάσουν το φιλομαθές, αλλά στην ουσία απελπισμένο, πλήθος των νέων πτυχιούχων, ευελπιστώντας ταυτόχρονα να βγάλουν και κανέναπαραδάκι, τόσο τα τμήματα όσο και το προσωπικό που θα συμμετείχε στη λειτουργία τους. Μέσα στο διάστημα λοιπόν αυτό, ιδρύθηκαν 400(!) και πλέον τμήματα διετούς κυρίως φοίτησης σε 21 AEI, πολλά, ουσιαστικά μέσα σε μια νύχτα. Δεν μπορώ παρά να απορήσω κοιτάζοντας τα νούμερα αυτά, μιας και δεν υπήρξε ταυτόχρονα και κάποια παρόμοιας τάξης μεγέθυνση της οικονομίας μας, ώστε να παράξει τις νέες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης που θα δικαιολογούσαν την παρατηρούμενη ζήτηση περαιτέρω γνώσης.
Με το νέο νομοσχέδιο λοιπόν, το ΥΠΕΠΘ ανελάμβανε να χρηματοδοτήσει περίπου τα μισά από αυτά τα μεταπτυχιακά τμήματα, ενώ τα άλλα μισά θα έπρεπε να βγουν στη γύρα ψάχνοντας είτε για χορηγούς (μα τι μας λέτε τώρα!), είτε για πελάτες που θα ήταν διατεθειμένοι ναπληρώσουν εξ ιδίων το προϊόν, και μάλιστα όσο όσο. Και δόξα τω θεώ δεν χρειάστηκε να ψάξουν και πολύ. Μεταπτυχιακό ας είναι, κι ό,τι να ‘ναι! Με τον τρόπο αυτό λοιπόν, οι μεταπτυχιακές σπουδές μπήκαν στο παζάρι της αγοράς, αφήνοντας στο αόρατο χέρι της τη διαμόρφωση των τιμών.
Τι μας λέει η κλασσική οικονομική θεωρία της προσφοράς και της ζήτησης; Ότι όπου υπάρχει ζήτηση αυξάνουν και οι τιμές, μέχρις ενός σημείου ισορροπίας όπου η προσφορά θα εξισορροπήσει τη ζήτηση και τούμπαλιν. Αν δείτε τις τιμές αγοράς ορισμένων μεταπτυχιακών τίτλων, δεν θα σας μείνει καμιά αμφιβολία περί αυτού. Τα τμήματα με τη μεγαλύτερη ζήτηση, λόγω μικρότερου προσδοκώμενου χρόνου για εξεύρεση εργασίας, χρεώνουν και τις υψηλότερες τιμές.
Σε αυτό πρωτοστατεί το πανεπιστήμιο Πειραιά, το οποίο έκανε τη μπάζα της ζωής του, βρίσκοντας την κότα με τα χρυσά αυγά. Το τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, για παράδειγμα, χρεώνει 10,000 ευρώ για τα δυο χρόνια, το τμήμα marketing 6,900 ευρώ, ενώ το τμήμα πληροφορικής 6,000 ευρώ. Παρόμοια νούμερα βρίσκει κανείς και στα πανεπιστήμια Αιγαίου και Μακεδονίας. Ακολουθεί ενδεικτικός πίνακας*.
Από το 2000 και μετά παρατηρείται μια αλματώδης αύξηση της ζήτησης μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών, όχι γιατί τους έπιασε ξαφνικά το μεράκι τους φοιτητές να εμβαθύνουν λιγάκι παραπάνω στο αντικείμενο των σπουδών τους, αλλά γιατί με την κατάκτηση μιας περαιτέρω βαθμίδας σπουδών ευελπιστούν να αποκτήσουν ευκολότερα πρόσβαση στη νεφελώδη αγορά εργασίας, όποια και να είναι αυτή. Συγκεκριμένα, ενώ το 2000 οι μεταπτυχιακοί φοιτητές στην Ελλάδα αποτελούσαν το8.7% των προπτυχιακών, το 2006 ανήλθαν στο 22%, και σε απόλυτα νούμερα στους 74,300.
Τέτοια ζήτηση κανείς κλάδος της βιομηχανίας δεν είχε ξαναματαδεί, και όπως ήταν φυσικό τα πανεπιστήμια άρπαξαν την ευκαιρία που τους έδωσε το Υπουργείο, δουλεύοντας μάλιστα και σε διπλοβάρδιες, για να ξεδιψάσουν το φιλομαθές, αλλά στην ουσία απελπισμένο, πλήθος των νέων πτυχιούχων, ευελπιστώντας ταυτόχρονα να βγάλουν και κανέναπαραδάκι, τόσο τα τμήματα όσο και το προσωπικό που θα συμμετείχε στη λειτουργία τους. Μέσα στο διάστημα λοιπόν αυτό, ιδρύθηκαν 400(!) και πλέον τμήματα διετούς κυρίως φοίτησης σε 21 AEI, πολλά, ουσιαστικά μέσα σε μια νύχτα. Δεν μπορώ παρά να απορήσω κοιτάζοντας τα νούμερα αυτά, μιας και δεν υπήρξε ταυτόχρονα και κάποια παρόμοιας τάξης μεγέθυνση της οικονομίας μας, ώστε να παράξει τις νέες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης που θα δικαιολογούσαν την παρατηρούμενη ζήτηση περαιτέρω γνώσης.
Με το νέο νομοσχέδιο λοιπόν, το ΥΠΕΠΘ ανελάμβανε να χρηματοδοτήσει περίπου τα μισά από αυτά τα μεταπτυχιακά τμήματα, ενώ τα άλλα μισά θα έπρεπε να βγουν στη γύρα ψάχνοντας είτε για χορηγούς (μα τι μας λέτε τώρα!), είτε για πελάτες που θα ήταν διατεθειμένοι ναπληρώσουν εξ ιδίων το προϊόν, και μάλιστα όσο όσο. Και δόξα τω θεώ δεν χρειάστηκε να ψάξουν και πολύ. Μεταπτυχιακό ας είναι, κι ό,τι να ‘ναι! Με τον τρόπο αυτό λοιπόν, οι μεταπτυχιακές σπουδές μπήκαν στο παζάρι της αγοράς, αφήνοντας στο αόρατο χέρι της τη διαμόρφωση των τιμών.
Τι μας λέει η κλασσική οικονομική θεωρία της προσφοράς και της ζήτησης; Ότι όπου υπάρχει ζήτηση αυξάνουν και οι τιμές, μέχρις ενός σημείου ισορροπίας όπου η προσφορά θα εξισορροπήσει τη ζήτηση και τούμπαλιν. Αν δείτε τις τιμές αγοράς ορισμένων μεταπτυχιακών τίτλων, δεν θα σας μείνει καμιά αμφιβολία περί αυτού. Τα τμήματα με τη μεγαλύτερη ζήτηση, λόγω μικρότερου προσδοκώμενου χρόνου για εξεύρεση εργασίας, χρεώνουν και τις υψηλότερες τιμές.
Σε αυτό πρωτοστατεί το πανεπιστήμιο Πειραιά, το οποίο έκανε τη μπάζα της ζωής του, βρίσκοντας την κότα με τα χρυσά αυγά. Το τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, για παράδειγμα, χρεώνει 10,000 ευρώ για τα δυο χρόνια, το τμήμα marketing 6,900 ευρώ, ενώ το τμήμα πληροφορικής 6,000 ευρώ. Παρόμοια νούμερα βρίσκει κανείς και στα πανεπιστήμια Αιγαίου και Μακεδονίας. Ακολουθεί ενδεικτικός πίνακας*.
Ποιος άλλος λόγος λοιπόν μπορεί να εξηγήσει το υπερβολικό ύψος των διδάκτρων σε τμήματα διοίκησης και στα παρεμφερή τους, όπου μάλιστα δεν απαιτείται και καμιά ουσιαστική υποδομή, την ίδια στιγμή που το ΕΜΠ, παρέχει όλα του τα προγράμματα με τα εργαστήρια και τον απαιτούμενο εξοπλισμό δωρεάν;
Ένα πιθανό σενάριο, θα μπορούσε να έχει ως εξής: Αδυνατώντας οι νέοι πτυχιούχοι να βρουν μια θέση στον ήλιο αντάξια των ονείρων τους, ποντάρουν σε έτι περισσότερες σπουδές με την ελπίδα ότι θα πετύχουν κάτι καλύτερο ή μια ταχύτερη αποκατάσταση, πράγμα που γενικώς δεν συμβαίνει λόγω της αποδιάρθρωσης του παραγωγικού ιστού. Τα πανεπιστήμια, από τη μεριά τους, αποψιλωμένα από πόρους, ελπίζουν ότι με την ίδρυση των μεταπτυχιακών τμημάτων και τα επιβαλλόμενα δίδακτρα, θα βουλώσουν τις τρύπες του προϋπολογισμού και θα τσοντάρουν στους μισθούς. Χωρίς να υπάρχουν όμως ουσιαστικές εκροές ειδικευμένων πτυχιούχων προς θέσεις στην παραγωγή, αντίστοιχες των σπουδών, όλοι φαίνεται να συμμετέχουν σε έναν αυτοτροφοδοτούμενο, χωρίς νόημα κύκλο που οδηγεί στην περαιτέρω διόγκωση ή διατυπωμένο αλλιώς, στη φούσκα των μεταπτυχιακώνσπουδών.
Δεν ξέρω, αλλά αυτή η υπερβολική θέρμανση της μηχανής κοπής μεταπτυχιακών τίτλων, κάποια στιγμή μπορεί και να κλατάρει...
Ένα πιθανό σενάριο, θα μπορούσε να έχει ως εξής: Αδυνατώντας οι νέοι πτυχιούχοι να βρουν μια θέση στον ήλιο αντάξια των ονείρων τους, ποντάρουν σε έτι περισσότερες σπουδές με την ελπίδα ότι θα πετύχουν κάτι καλύτερο ή μια ταχύτερη αποκατάσταση, πράγμα που γενικώς δεν συμβαίνει λόγω της αποδιάρθρωσης του παραγωγικού ιστού. Τα πανεπιστήμια, από τη μεριά τους, αποψιλωμένα από πόρους, ελπίζουν ότι με την ίδρυση των μεταπτυχιακών τμημάτων και τα επιβαλλόμενα δίδακτρα, θα βουλώσουν τις τρύπες του προϋπολογισμού και θα τσοντάρουν στους μισθούς. Χωρίς να υπάρχουν όμως ουσιαστικές εκροές ειδικευμένων πτυχιούχων προς θέσεις στην παραγωγή, αντίστοιχες των σπουδών, όλοι φαίνεται να συμμετέχουν σε έναν αυτοτροφοδοτούμενο, χωρίς νόημα κύκλο που οδηγεί στην περαιτέρω διόγκωση ή διατυπωμένο αλλιώς, στη φούσκα των μεταπτυχιακώνσπουδών.
Δεν ξέρω, αλλά αυτή η υπερβολική θέρμανση της μηχανής κοπής μεταπτυχιακών τίτλων, κάποια στιγμή μπορεί και να κλατάρει...
* Ο πίνακας είναι από το άρθρο "Πανάκριβα τα Μεταπτυχιακά της Δωρεάν Παιδείας" του Νίκου Μάστορα, ΤΑ ΝΕΑ 7/6/2008
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου