Πώς θα σωθεί ο καπιταλισμός από τους καπιταλιστές

Κάποιος πρέπει να σώσει τον καπιταλισμό από την αδηφαγία των… καπιταλιστών. Οι σημερινοί «επαναστάτες του καπιταλισμού» δημιουργούν τα καλύτερα αυριανά καρτέλ. Ο καπιταλισμός λειτουργεί καλύτερα όταν ο ανταγωνισμός είναι ισχυρός, αλλά οι επιτυχημένοι καπιταλιστές απεχθάνονται τον ανταγωνισμό.
Ο Ρούσβελτ δεν ήταν σοσιαλιστής. Πίστευε, όμως, ότι ο καπιταλισμός χρειάζεται τιμιότητα.
Ο Θεόδωρος Ρούσβελτ αντιλήφθηκε αυτή την αλήθεια όταν, ως πρόεδρος των ΗΠΑ, πέρασε τον νόμο Σέρμαν για το αντι-τραστ στα τέλη του 19ου αιώνα, προκαλώντας ανοιχτά τους βιομηχανικούς γίγαντες της εποχής. Έκτοτε, η νομοθεσία περί αντι-τράστ ή ανταγωνισμού εφαρμόζεται –άλλες φορές με επιτυχία και άλλες όχι– με στόχο να προστατεύει το συμφέρον των καταναλωτών, αναγκάζοντας έτσι τους επιχειρηματικούς κολοσσούς να βγάζουν κέρδη εντός των νόμιμων ορίων.
Η τεχνολογία και η παγκοσμιοποίηση, όμως, άλλαξαν τους όρους του παιχνιδιού. Η δραστηριοποίηση των πολυεθνικών σε διεθνή κλίμακα δυσκολεύει την εφαρμογή μιας ενιαίας πολιτικής. Η παγκοσμιοποίηση προσφέρει πολλαπλάσιες δυνατότητες για φοροδιαφυγή, ενώ ο «φορολογικός ανταγωνισμός» μεταξύ των κρατών υπονομεύει την πολιτική βούληση για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού στην αγορά. Οι «ταπεινοί» πολιτικοί στα διάφορα κράτη διστάζουν να τα βάλουν με τους παγκόσμιους κολοσσούς και να κάνουν εχθρούς τους ισχυρούς των λόμπι. Αναμφίβολα, θα ήθελαν οι πολυεθνικές να πληρώνουν μεγαλύτερους φόρους, αλλά δεν ρισκάρουν να τις διώξουν από τη χώρα, χάνοντας τις επενδύσεις και τις θέσεις εργασίας.
Δεν ισχύει το ίδιο και για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η επίτροπος της ΕΕ αρμόδια σε θέματα Ανταγωνισμού Margrethe Vestager φιγουράρει ολοένα πιο συχνά τελευταία στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, μετά το πρόστιμο 13 δισ. ευρώ που επέβαλε στην Apple, ζητώντας από τον τεχνολογικό κολοσσό να καταβάλλει αναδρομικά φόρους στο ιρλανδικό Δημόσιο.
Μετά από διεξοδική έρευνα, η κ. Vestager κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι λαβυρινθώδεις διαπραγματεύσεις μεταξύ της ιρλανδικής κυβέρνησης και του αμερικανικού κολοσσού παρέχουν πλεονεκτήματα στην Apple που δεν έχουν οι άλλες εταιρείες, γεγονός που υπονομεύει τον ανταγωνισμό στην ΕΕ. Όπως υποστηρίζει, η Apple πληρώνει φόρο μόλις 0,005% για τις επιχειρήσεις της στην Ιρλανδία –κάτι, ωστόσο, που η ίδια η εταιρεία διαψεύδει.
Η Κομισιόν, όμως, δεν σταματάει εδώ. Στο μικροσκόπιό της βρίσκονται και άλλοι πολυεθνικοί γίγαντες, όπως οι Starbucks, Amazon και McDonald's. Η Επίτροπος έχει ξεκινήσει, επίσης, τη διερεύνηση της δραστηριότητας της Google στην Ευρώπη, για την οποία ήδη πολλά κράτη της ΕΕ διερευνούν το φορολογικό της καθεστώς. 
Η εταιρεία, πάντως, επιμένει ότι πάντα ήταν συνεπείς στις φορολογικές της υποχρεώσεις. Δεν το αμφισβητεί κανείς αυτό. Αυτό που δεν λέει, όμως, είναι ότι οι φορολογικές υποχρεώσεις της ξεπερνούν τα αυστηρά όρια της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Η Google, για παράδειγμα, ίσως μπορεί να μειώσει τον λογαριασμό των φόρων, δρομολογώντας ένα τμήμα των πωλήσεών της στη Βρετανία σε μια θυγατρική της στην Ιρλανδία –όπου το φορολογικό καθεστώς είναι πιο ευνοϊκό. Αυτός, όμως, δεν είναι ο τρόπος που λειτουργεί ο καλός πολίτης.
Το τελευταίο διάστημα, οι πολιτικοί στα πλούσια κράτη βρίσκονται υιοθετούν ένθερμες λαϊκίστικες ρητορικές αλλά πίσω από αυτές βρίσκεται η βαθιά λαϊκή δυσαρέσκεια με την παγκοσμιοποίηση και τη συμπεριφορά των μεγάλων επιχειρήσεων. Είτε πρόκειται για τον Donald Trump στις ΗΠΑ, τη Marine Le Pen στη Γαλλία ή τον Beppe Grillo στην Ιταλία, η σημαία του λαϊκισμού στοχεύει στην οικονομία.
Η λαϊκή αντίληψη είναι οι κανόνες που ισχύουν για όλους δεν αγγίζουν τις εταιρείες που απολαμβάνουν τους καρπούς της παγκοσμιοποίησης και ότι όλες οι αβεβαιότητες της παγκοσμιοποίησης πλήττουν τους κανονικούς ανθρώπους. Οι λαϊκιστές εκμεταλλεύονται αυτή τη δυσπιστία απέναντι στην αγορά και αυτό που προτείνουν είναι «περισσότερο κράτος».
Πάντα θα υπάρχουν επιχειρηματικοί ηγέτες που λειτουργούν ως «βαρόνοι της κλεψιάς», θεωρώντας ότι ανταποκρίνονται έτσι σε ένα «ανώτερο κάλεσμα» και ότι οι πολιτικές των Δημοκρατικών είναι «αηδίες». Οι νοοτροπίες αυτές βρίσκουν στήριξη στους φιλελεύθερους και τους πιστούς οπαδούς της ελεύθερης αγοράς, οι οποίοι πιστεύουν ακράδαντα ότι ο μοναδικός λόγος ύπαρξης των επιχειρήσεων είναι να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους.
Ο Ρούσβελτ δεν ήταν σοσιαλιστής. Πίστευε, όμως, ότι ο καπιταλισμός χρειάζεται τιμιότητα. Και για να επιτύχει μακροπρόθεσμα, πρέπει να εξυπηρετεί την ευημερία των πολιτών μιας χώρας. Αυτό ίσχυε τότε και ισχύει και σήμερα. Είναι πολύ νωρίς για να παραληρήσουμε την κ. Vestager με τον Ρούσβλελτ.
Αλλά όποιος είναι υποστηρικτής του οικονομικού φιλελευθερισμού που έδωσε στην Apple, την Google και τους άλλους κολοσσούς την ευκαιρία να επιτύχουν, θα πρέπει να επικροτούν τη θαρραλέα της προσπάθεια να επαναφέρει τις ισορροπίες.
Financial Times
Share on Google Plus

About Unknown

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου