Η δεύτερη αξιολόγηση για την πορεία του προγράμματος, το οποίο υπέγραψε η χώρα μας με τους πιστωτές, αναμένεται να ξεκινήσει τις επόμενες εβδομάδες.
Το φυσιολογικό και παράλληλα χρήσιμο θα ήταν ένας απολογισμός της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί στη χώρα, μετά από ένα τρίτο βαρύ μνημόνιο. Να δούμε για παράδειγμα πως πήγαν τα δημόσια έσοδα μετά την αύξηση των συντελεστών του Φ.Π.Α. τι γίνεται με τις δαπάνες, αλλά και πως εξελίσσονται τα πράγματα σε σχέση με τις επενδύσεις, την απασχόληση, τους δείκτες της πραγματικής οικονομίας.
Αυτά είναι σοβαρά θέματα που θα μπορούσαν να αποτελούν τη βάση της ατζέντας των συζητήσεων και των διαπραγματεύσεων με το κουαρτέτο. Μάλιστα, εφόσον όλοι υποτίθεται ενδιαφερόμαστε για το πώς αυτή η πολύπαθη χώρα θα βγει από την κρίση, θα μπορούσαν μέσα από μια ειλικρινή προσέγγιση των θεμάτων να υπάρξουν και διορθωτικές κινήσεις, όπου αυτές κριθούν αναγκαίες.
Δεν φαίνεται όμως ότι θα έχει αυτά τα χαρακτηριστικά η αξιολόγηση.
Όταν κεντρικό θέμα αναμένεται να είναι η περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια συζήτησης για τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία.
Σε μια χώρα που οι απολύσεις είναι σχεδόν ελεύθερες, που οι συλλογικές συμβάσεις είναι πλέον ελάχιστες, που εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι μένουν απλήρωτοι για πολλούς μήνες, που το οκτάωρο έχει στην πράξη για πολλούς καταργηθεί, που τουλάχιστον ένας στους τέσσερις δουλεύει ανασφάλιστος, το μόνο για το οποίο θα μπορούσε κανείς να μιλάει σήμερα είναι πως μπορεί να υπάρξει επαναρρύθμιση και όχι περαιτέρω απορρύθμιση.
Σε μια χώρα με 25% ανεργία, όπου η αναλογία προσφοράς – ζήτησης στην αγορά εργασίας έχει πλήρως ανατραπεί, δεν υπάρχουν εμπόδια στην επιχειρηματικότητα, μέσα από ένα δήθεν προστατευτικό πλαίσιο για τους εργαζόμενους, το οποίο δυστυχώς δεν υφίσταται.
Εμπόδια για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις είναι η έλλειψη ρευστότητας, οι υψηλοί φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές, το μεγάλο μη μισθολογικό κόστος συνολικά και όχι το μισθολογικό, η γραφειοκρατία και πολλά άλλα.
Αυτά είναι προβλήματα τα οποία για όσους νοιάζονται για την Ελλάδα, μέσα και έξω από τα σύνορά της, θα μπορούσαν να συζητούνται σε κάθε τραπέζι με κάθε ευκαιρία.
Όλα αυτά είναι γνωστά τόσο σε μας όσο και στους εταίρους μας.
Εκείνο όμως το οποίο φαίνεται να ενδιαφέρει πρωτίστως τους εταίρους, είναι πως θα δημιουργηθεί μια αγορά εργασίας χωρίς κανόνες. Προφανώς όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για όλες της ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή δυστυχώς είναι η κρατούσα άποψη όχι μόνο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που έχει αναλάβει το ρόλο του κακού στην υπόθεση αυτή, αλλά και της πλειοψηφίας των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Είναι γνωστό ότι δεν υπάρχουν πλέον κλειστές οικονομίες στις αναπτυγμένες ή και τις αναπτυσσόμενες χώρες και οι εργασιακές σχέσεις δεν μπορούν να έχουν τα χαρακτηριστικά του παρελθόντος. Εκείνο όμως που χρειάζεται σήμερα δεν είναι η απουσία κανόνων αλλά η θεσμοθέτηση νέων, προσαρμοσμένων στη νέα διεθνή πραγματικότητα.
Εκείνο που θα πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι η ανάπτυξη επιτυγχάνεται, όταν οι εργαζόμενοι αισθάνονται ασφαλείς και αμείβονται για αυτό που παράγουν.
Επίσης εκείνο που επίσης θα πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι μόνο μέσα από κανόνες, μπορεί να λειτουργήσει ο υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να αντισταθεί σε κάθε μέτρο με το οποίο επιχειρείται η πλήρης απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, η κατάργηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης, η παραπέρα μείωση των αποδοχών των εργαζομένων και μάλιστα όχι ως αποτέλεσμα συλλογικών συμβάσεων, αλλά με κρατική παρέμβαση.
Η κυβέρνηση οφείλει να φέρει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης τα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και να αποτρέψει νέα μέτρα απορρύθμισης στην αγορά εργασίας.
Όχι με τον ίδιο τρόπο που «απέτρεψε» όπως ισχυρίζεται τα επώδυνα μέτρα στο ασφαλιστικό. Γιατί στο ασφαλιστικό εκείνο που κατάφερε ήταν να εφαρμόσει μια από τις χειρότερες εκδοχές. Αυτό σιγά – σιγά το συνειδητοποιούν όλοι οι πολίτες και εκείνοι που υφίστανται τις περικοπές στις συντάξεις τους και οι εργαζόμενοι που καλούνται να πληρώσουν υψηλότερες εισφορές.
liberal.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου