Το Δίλημμα που Θέτει η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση






Η ταχεία τεχνολογική εξέλιξη οδηγεί με γοργούς ρυθμούς στην αυτοματοποίηση των συναλλαγών, των επικοινωνιών, των μεταφορών και της παραγωγής, με αποτέλεσμα οι θέσεις εργασίας να αρχίζουν να καταλαμβάνονται από «ρομπότ». Βλέποντας αυτή την τάση, έχει ήδη ξεκινήσει ο διάλογος σχετικά με τις επιπτώσεις της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης.

Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσίευσε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ με τίτλο «Πέντε Εκατομμύρια Θέσεις Εργασίας μέχρι το 2020: Η αληθινή πρόκληση της Τέταρτης Βιομηχανικής επανάστασης», στα επόμενα πέντε χρόνια «θα χαθούν πάνω από πέντε εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις δεκαπέντε πιο ανεπτυγμένες και ανερχόμενες οικονομίες», με την μεγαλύτερη επίπτωση στα επαγγέλματα που απαιτούν λιγότερη εξειδίκευση: στις οργανωτικές δουλειές γραφείου, στη βιομηχανία, την παραγωγή, τις κατασκευές και την εξόρυξη1.


Σε παλαιότερη έκθεση της Bank of America Merrill Lynch2 προβλέπεται αύξηση στην αυτοματοποίηση της παραγωγής μέσω «ρομπότ» παγκοσμίως από 10% το 2015 σε 45% το 2025. Η ίδια έκθεση προειδοποιεί πώς οι δυνατότητες για «διείσδυση των ρομπότ στην βιομηχανία» είναι τεράστιες, διότι χρειάζονται μόνο 66 ρομπότ για κάθε 10,000 εργάτες παγκοσμίως2καθώς και ότι «η χρήση ρομπότ και τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να αυξήσει την παραγωγικότητα κατά 30% σε πολλούς τομείς της βιομηχανίας, ενώ θα μείωνε τα εργατικά έξοδα της παραγωγής κατά 18-33%» μέχρι το 20202.


Καθώς αυξάνονται οι ρυθμοί με τους οποίους οι άνθρωποι υποκαθίστανται από τα «ρομπότ» στα επαγγέλματα που δεν απαιτούν ειδίκευση τα δεδομένα στην αγορά εργασίας αλλάζουν ριζικά: η πρόοδος στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορεί σύντομα να δώσει σε αυτά τα «ρομπότ» αίσθηση του περιβάλλοντος χώρου τους, με αποτέλεσμα να μπορούν να προβλέψουν και να αποφύγουν ατυχήματα. Έτσι, ακόμη και οι χειριστές «ρομπότ» θα είναι λιγότερο χρήσιμοι στο μέλλον.
Με βάση τα νέα δεδομένα, λοιπόν, το επιχείρημα πώς η ευημερία των επιχειρήσεων είναι ευθέως ανάλογη με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ευημερία της κοινωνίας ως συνόλου χάνει την πειστικότητά του. Όσο τα λεγόμενα «ρομπότ» που διαθέτουν τεχνητή νοημοσύνη υποκαθιστούν τον άνθρωπο στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών, η σχέση μεταξύ της ευημερίας των επιχειρήσεων και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας τείνει να γίνεται αντιστρόφως ανάλογη.






Η παγκοσμιοποιημένη ελεύθερη αγορά, και οι σφοδρές δυνάμεις ανταγωνισμού που δημιουργεί μας έχουν προικίσει με σειρά από τεχνολογικά επιτεύγματα, εξέλιξη και σχετικά υψηλά επίπεδα μέσου όρου ευημερίας στις ανεπτυγμένες οικονομίες, γρηγορότερα απ’ ότι θα το κατάφερνε οποιαδήποτε άλλη μορφή οργάνωσης της παραγωγής και της οικονομίας. Είναι, όμως, το ίδιο το δημιούργημά της, που σύντομα θα φέρει την θεωρία του οικονομικού φιλελευθερισμού στα όριά της, καθώς καθιστά περισσότερο φανερά από ποτέ, τα συγκρουόμενα συμφέροντα μεταξύ των τάξεων που συμμετέχουν στην παραγωγή και ακυρώνει το επιχείρημα πώς η ευημερία του έχοντος τα μέσα παραγωγής θα φέρει αναπόφευκτα την κοινωνική ευημερία.


Μπροστά σε αυτή την ολοφάνερη, πλέον, αντίφαση οι δισεκατομμυριούχοι Έλον Μασκ, συνιδρυτής της Tesla, Inc. και ιδρυτής της SpaceX και Μπιλ Γκέιτς, συνιδρυτής της Microsoft, καθώς και πολλά στελέχη μεγάλων πολυεθνικών, έχουν κάνει μια προσπάθεια να απαντήσουν στο ερώτημα που θέτει η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση: πώς αντιμετωπίζονται οι επιπτώσεις στο ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό, που σταδιακά και μόνιμα εξωθείται στην ανεργία λόγω της χρήσης των «ρομπότ»;


Οι εν λόγω επιχειρηματίες βλέπουν την παραπάνω αντίφαση, η οποία αν και υπήρχε πάντοτε, στο μέλλον της σταθερά αυξανόμενης αυτοματοποίησης γίνεται αδιαμφισβήτητη. Προτείνουν, σύμφωνα με το Business Insider, την δημιουργία ενός Παγκόσμιου Βασικού Εισοδήματος (Universal Basic Income, UBI) για τους ανθρώπους που εξωθούνται στην ανεργία, το οποίο θα χρηματοδοτείται από την φορολογία στα «ρομπότ». 


Γιατί όμως, θα αναρωτηθεί κανείς, ξαφνικά οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι ευαισθητοποιούνται και ψάχνουν τρόπους να ελαχιστοποιήσουν την οικονομική εξαθλίωση μερίδας της κοινωνίας, ενώ σήμερα την θεωρούν αναγκαίο κακό; 
Όσο η αυτοματοποίηση των επιχειρήσεων θα μειώνει τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τα επίπεδα ανεργίας θα αυξηθούν δημιουργώντας δραματική πτώση της ζήτησης εντός των «ανεπτυγμένων» οικονομιών. Έτσι, ελλείψει ενός UBI η ίδια η λειτουργία των «ρομπότ» θα ήταν αναποτελεσματική, διότι θα περιοριζόταν δραστικά το καταναλωτικό κοινό για τα προϊόντα της αυξημένης παραγωγής.


Στο σημείο αυτό, έρχεται ο πρώην Υπουργός Οικονομικών, κ. Γιάνης Βαρουφάκης, να διορθώσει τον Μπιλ Γκέιτς, στο άρθρο του «Ένας φόρος στα ρομπότ;»3. Ο κ. Βαρουφάκης εντοπίζει τρία προβλήματα στην πρόταση του Γκέιτς. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του «Ο μόνος τρόπος να προσομοιώσει κανείς έναν φόρο εισοδήματος [στα ρομπότ] είναι να χρησιμοποιήσει τον τελευταίο ετήσιο μισθό [του εργάτη] ως σημείο αναφοράς και να αφαιρέσει από το εισόδημα»3 του επιχειρηματία το ακριβές ποσό που πλήρωνε ο εργάτης σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Ο κ. Βαρουφάκης διαπιστώνει πως ο μισθός που θα χρησιμοποιούσαμε ως σημείο αναφοράς δεν θα παρέμενε σταθερός με την πάροδο τον χρόνων, και έτσι παύει να είναι αξιόπιστο μέτρο. Δεύτερον, διαπιστώνει πως πολλές εργασίες τις οποίες θα αναλαμβάνουν τα «ρομπότ» δεν θα έχουν πραγματοποιηθεί πρωτύτερα από άνθρωπο, οπότε δεν θα έχουμε σημείο αναφοράς γι’ αυτές. Τέλος, σημειώνει πώς δεν μπορεί κανείς να αναγκάσει τον επιχειρηματία να πληρώνει φόρο για ένα «ρομπότ» αλλά όχι για ένα συμβατικό μηχάνημα, όπως παράδειγμα μια θεριστική μηχανή, του οποίου χειριστής είναι το «ρομπότ».


Βασισμένος σε αυτές τις τρεις τεχνικές δυσκολίες εφαρμογής, λοιπόν, αντιπροτείνει την δημιουργία ενός δημόσιου ταμείου αρωγής, στο οποίο θα κατατίθεται «ένα σταθερό κομμάτι κάθε νέας έκδοσης μετοχών (ΙΡΟ)»3, και οι πολίτες θα λαμβάνουν ένα Παγκόσμιο Βασικό Μέρισμα (Universal Basic Dividend, UBD).


Η μοναδική διαφορά μεταξύ των δύο προτάσεων είναι τεχνική. Στην πράξη, τόσο οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι, όσο και ο κ. Βαρουφάκης προτείνουν την δημιουργία δυο ομάδων ανθρώπων: Μιας ομάδας εξειδικευμένων εργαζομένων, οι οποίοι απολαμβάνουν τους καρπούς της εργασίας τους, και μιας δεύτερης ομάδας ανειδίκευτων ανέργων, οι οποίοι χρηματοδοτούνται από την λειτουργία των τεχνολογικά εξειδικευμένων επιχειρήσεων, χωρίς να προσφέρουν σε αυτήν και, φυσικά, χωρίς να έχουν λόγο στο ύψος των αποδοχών και στις συνθήκες διαβίωσής τους: στην περίπτωση του UBI ο επιχειρηματίας μπορεί για παράδειγμα να ενσωματώνει τα «ρομπότ» σε συμβατικά μηχανήματα και να γλιτώνει τον φόρο (όπως εύστοχα διαπιστώνει ο κ. Βαρουφάκης) και στην περίπτωση του UBD μπορεί να φροντίζει τα δηλωμένα κέρδη να είναι τα ελάχιστα δυνατά, ώστε να ελαχιστοποιείται και το Παγκόσμιο Βασικό Μέρισμα.


Φυσικά κανείς μας δεν είναι σε θέση να γνωρίζει με ακρίβεια την δυναμική που θα σχηματιζόταν σε περίπτωση εφαρμογής του UBI ή του UBD. Όμως, η ιστορικά τεκμηριωμένη επιχειρηματική απληστία των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής, οι οποίοι εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία για φοροδιαφυγή και απόκρυψη των κερδών τους, θα άφηνε τους «άνεργους-μισθωτούς» έρμαια των προθέσεών τους, ενώ θα τους αφόπλιζε από το μόνο διαπραγματευτικό χαρτί που έχουν ως τώρα για την διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης: την εργατική τους δύναμη. Όπως μας διαβεβαιώνει και η Bank of America Merrill Lynch, μια από τις μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες στην Αμερική, σε ελεύθερη μετάφραση, «οι αυξανόμενες εργασιακές αναταραχές (rising labour unrest) θα διευρύνουν την μετάβαση από την χειρωνακτική εργασία στην αυτοματοποίηση»2.


Ακόμη, όμως, ο παραπάνω συλλογισμός ενέχει τον κίνδυνο δημιουργίας ενός απολυταρχικού συστήματος. Στην ουσία, αφαιρεί τη σχέση της αλληλεξάρτησης μεταξύ των δύο βασικών ομάδων που, ως τώρα, συμμετέχουν στην παραγωγή, των επιχειρηματιών και των ανειδίκευτων η λιγότερο ειδικευμένων εργαζομένων. Αντ’ αυτού δημιουργεί μια νέα σχέση αλληλεξάρτησης με μια πολύ μικρότερη, τους μηχανικούς και επιστήμονες υψηλής εξειδίκευσης. Έτσι, εξαφανίζεται η δυνατότητα διεκδίκησης οποιουδήποτε κοινωνικού ή οικονομικού δικαιώματος από τους πρώτους, καθώς η ισχυρότερη ομάδα συμφερόντων παύει να εξαρτάται από την ανίσχυρη και χάνει οποιοδήποτε κίνητρο να τα παραχωρήσει. Συγχρόνως, οι δυνατότητες για το λεγόμενο lobbying, δηλαδή την διαπλοκή της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας με τον επιχειρηματικό κόσμο, αυξάνονται επικίνδυνα.
Η αντίφαση που φέρνει στο φως η ακραία τεχνολογική εξέλιξη μας ωθεί στην αναζήτηση νέων δομών οργάνωσης, καθώς η διατήρηση των σχέσεων μισθωτού – επιχειρηματία, εν απουσία προσφοράς εργασίας, αποτελεί ένα τρομακτικό σενάριο συσσώρευσης απεριόριστης δύναμης στα χέρια λίγων.


Για τις εναλλακτικές αυτές προτάσεις φτάνει να ρίξουμε μια ματιά στα λεγόμενα του Τζον Ρώλς, ο οποίος αν και οικονομικά φιλελεύθερος μας προειδοποιεί έμμεσα για μια τέτοια κατάσταση. Σύμφωνα με την δεύτερη αρχή του δικαίου του Τζον Ρώλς: «Όλες οι κοινωνικές αξίες, η ελευθερία και οι ευκαιρίες, το εισόδημα και ο πλούτος [..] πρέπει να διανέμονται ισόποσα, εκτός εάν η άνιση διανομή οποιασδήποτε, ή του συνόλου αυτών των αξιών είναι προς όφελος όλων».4 Με αυτή την αρχή, ο Ρώλς μας προειδοποιεί πώς εάν η διανομή τους σε λίγους, εν προκειμένω στους ιδιοκτήτες των εξελιγμένων μέσων παραγωγής, παύει ακόμη και θεωρητικά να είναι συνυφασμένη με το όφελος όλων, η ισόποση διανομή των «κοινωνικών αξιών» είναι η δικαιότερη.


Αφού, λοιπόν, η διανομή αυτών των αξιών στα χέρια των ιδιοκτητών των τεχνολογικά εξελιγμένων μέσων παραγωγής θα είχε τα παραπάνω δραματικά αποτελέσματα, φαίνεται αναγκαία η στροφή προς ένα σύστημα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης το οποίο να διασφαλίζει την ισόποση διανομή τους σε όλα τα μέλη. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο είναι αναγκαία η συνεργασία στην παραγωγή και η συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Αυτό δεν αποτελεί μόνο την δικαιότερη οδό με βάση τα νέα δεδομένα, αλλά διασφαλίζει, μέσω της συλλογικής ιδιοκτησίας των «ρομπότ», την μείωση των εργάσιμων ωρών για το σύνολο του πληθυσμού. Βάζει τα θεμέλια, ακόμη, για την συνεργασία της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανειδίκευτων, ή λιγότερο ειδικευμένων εργαζομένων με τους ειδικευμένους επιστήμονες, απαλλάσσοντας την διαδικασία της παραγωγής από δομικά συγκρουόμενα συμφέροντα.


Η συγκεκριμένη μορφή αυτών των δομών μένει, φυσικά, να μελετηθεί περαιτέρω. Για να συμβεί αυτό, όμως, πρέπει αρχικά ο ακαδημαϊκός κόσμος να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα μια τέτοια πρόταση και να ανοίξει τον διάλογο σε αυτή την κατεύθυνση, αντί να προωθεί λύσεις όπως για παράδειγμα αυτή που προτείνει ο κ. Βαρουφάκης, οι οποίες θα ωφελήσουν τους Αμερικανούς δισεκατομμυριούχους ενώ θα είναι καταστροφικές για το ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό.



1 World Economic Forum «Five Million Jobs by 2020: The Real Challenge of the Fourth Industrial Revolution»
2 Bank of America «Robot Revolution – Global Robot & AI Primer»
3Varoufakis, Yianis, «A Tax on Robots?», Project Syndicate
4Rawls, John, «A Theory of Justice», Σελ. 54 (Harvard University Press)
thepressproject.gr

Share on Google Plus

About Unknown

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου