Η Ελλάδα στην απομόνωση

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Την ώρα που η ελληνική οικονομία καλείται να πάει κόντρα... στη λογική και να αναπτυχθεί -και μάλιστα με υψηλούς ρυθμούς- σε περιβάλλον μόνιμης λιτότητας, η Deutsche Bank συνεχίζει να προκαλεί πανικό σε ολόκληρο τον κόσμο, απομακρύνοντας τους επενδυτές από κάθε είδους κίνδυνο.
Η Ελλάδα, μετά από οκτώ χρόνια ύφεσης, διαδοχικών διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, κατάρρευσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, αύξησης του δημοσίου χρέους πάνω από το 170% του ΑΕΠ, εκτίναξης των «κόκκινων» δανείων στο 50% και εκτόξευσης του ιδιωτικού χρέους, αναμφίβολα συγκαταλέγεται στις περιοχές υψηλού κινδύνου.
Την ίδια ώρα, χθεσινά δημοσιεύματα αναφέρουν ότι ο Mario Draghi εξετάζει το ενδεχόμενο περιορισμού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, το οποίο μέχρι...χθες ήταν σχεδόν βέβαιο, βάσει των εκτιμήσεων της αγοράς, ότι θα επεκτεινόταν μετά τον Μάρτιο του 2017. Αν επαληθευτούν οι πληροφορίες, τότε η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει μία σημαντική «στήριξη» στην προσπάθεια επιστροφής στην κανονικότητα, αφού η ένταξή της στο πρόγραμμα δεν αναμένεται πριν τις αρχές του 2017.
Παρά τις προσπάθειες μετριασμού των ανησυχιών για το μέλλον του γερμανικού γίγαντα, οι αγορές συνεχίζουν να στέλνουν τα δικά τους μηνύματα. Τα ασφάλιστρα κινδύνου της Deutsche Bank κατέγραψαν ιστορικό υψηλό, ενώ οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων εκτινάσσονται καθώς η Ιταλία αφενός πρέπει να ξεπεράσει τον σκόπελο του επικείμενου δημοψηφίσματος και αφετέρου θεωρείται η χώρα με τα περισσότερα τραπεζικά προβλήματα.
Πριν ξεσπάσει η κρίση της Deutsche Bank οι ελληνικές τράπεζες -και οι εγχώριες επιχειρήσεις γενικότερα- βρίσκονταν εκτός των βασικών επιλογών διεθνών επενδυτικών οίκων, λόγω της κατάστασης που επικρατεί επί σειρά ετών στην ελληνική οικονομία. Σήμερα, η τεράστια αβεβαιότητα που προκαλούν οι αν ησυχίες για τη μεγαλύτερης γερμανική τράπεζα και ο γενικότερος αναβρασμός στις παγκόσμιες αγορές κάνουν τους επενδυτές να βγάζουν εντελώς τη χώρα μας από... το χάρτη.
Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το liberal.gr, μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι του εξωτερικού έχουν αποφασίσει να «ξεχάσουν» πλήρως την Ελλάδα και να ασχοληθούν ξανά μαζί της μόνο στην περίπτωση που υπάρξουν σοβαρές ενδείξεις ανάκαμψης και μάλιστα σε ένα πολύ πιο ξεκάθαρο διεθνές περιβάλλον. Φτάνουν, μάλιστα, στο σημείο να ακυρώσουν ενέργειες που είχαν προγραμματίσει είτε με στόχο την προώθηση των επενδυτικών τους προϊόντων στη χώρα μας, είτε για την εξεύρεση επενδυτικών ευκαιριών.
Αυτό συμβαίνει γιατί στην πλειονότητά τους οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι «υποσχέσεις» της κυβέρνησης για ισχυρή ανάπτυξη δύσκολα θα επαληθευτούν, ενώ παράλληλα αναμένεται η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για την παροχή κινήτρων και την προσέλκυση ξένων επενδυτών. Είναι γνωστές άλλωστε, οι ανησυχίες που έχουν εκφράσει στον ίδιο τον πρωθυπουργό οι παγκοσμίου φήμης μέτοχοι που στήριξαν τις τράπεζες στην τελευταία ανακεφαλαιοποίηση, καθώς θέλουν να διασφαλίσουν ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει σε ευρωπαϊκή τροχιά και θα υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί με την τρόικα.
Από τη μία, λοιπόν, η Ελλάδα είναι απομονωμένη από τις διεθνείς αγορές, δεν συμμετέχει στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ και βρίσκεται εγκλωβισμένη μεταξύ των αέναων διαπραγματεύσεων με τους δανειστές και της συζήτησης για τη βιωσιμότητα του χρέους. Από την άλλη, το διεθνές περιβάλλον έχει επιδεινωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες καθώς η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με μία τριπλή κρίση. Αρχικά ήταν το Brexit για να ακολουθήσουν οι ιταλικές τράπεζες, ενώ η Deutsche Bank ήρθε να «στριμώξει» τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο και να ενισχύσει σημαντικά την αποστροφή των επενδυτών απέναντι στον κίνδυνο. Σήμερα οι εξελίξεις τρέχουν ταυτόχρονα και στα τρία αυτά μέτωπα, με αποτέλεσμα οι κλυδωνισμοί να είναι σφοδροί.
Η αποστροφή των επενδυτών δεν είναι κάτι καινούριο. Όμως στην τρέχουσα συγκυρία είναι ότι χειρότερο, από τη στιγμή που τόσο η ελληνική οικονομία όσο και οι τράπεζες χρειάζονται ένα επενδυτικό σοκ, το οποίο καθυστερεί όσο υπάρχουν αναταράξεις.
Περιμένοντας την ανάπτυξη
Είναι γνωστό ότι ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος συγκαταλέγεται στους «προβληματικούς» της Ευρωζώνης κυρίως λόγω του πολύ υψηλού ποσοστού μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, οι επενδυτές που «βλέπουν» σήμερα Ελλάδα περιορίζονται σε ορισμένα «distressed funds» που αναζητούν ευκαιρίες σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, δηλαδή σε αγορές που έχουν καταρρεύσει. Οι υπόλοιποι περιμένουν την ανάπτυξη...
Χθες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεψε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2,8% το 2017, υψηλότερο δηλαδή από την πρόβλεψη της κυβέρνησης, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα εφαρμοστούν πλήρως τα μέτρα του μνημονίου. Από την πλευρά της, η Citi χαρακτηρίζει απίθανους τους στόχους του προγράμματος και «βλέπει» ανάπτυξη 0,5% το 2017, καθώς όπως σημειώνει με νόημα, ανάπτυξη με λιτότητα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί.
Η Citi επίσης εκτιμά ότι ο νέος γύρος λιτότητας θα επιφέρει πλήγμα στην εγχώρια ζήτηση. Η ιδιωτική κατανάλωση είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την επιστροφή στην ανάπτυξη, όμως οι εκτιμήσεις των αναλυτών αναφέρουν ότι θα συνεχίσει να είναι υποτονική τα επόμενα χρόνια. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό κρίσιμο ζήτημα καθώς η άμεση συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα στο σχηματισμό του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας διαμορφώθηκε στο 77,97% το 2015. Αυτό το μέγεθος προκύπτει από το άθροισμα της ιδιωτικής κατανάλωσης (123,77 δισ. ευρώ) και των ιδιωτικών επενδύσεων (13,77 δισ. ευρώ) ως ποσοστά του ΑΕΠ (176,02 δισ. ευρώ). Σύμφωνα με τη Citi, η ιδιωτική κατανάλωση θα υποχωρήσει κατά 0,9% το 2016, ενώ το 2017 θα διατηρηθεί αμετάβλητη, συγκρατώντας το ΑΕΠ.
Όσο για τις επενδύσεις, χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του «γκουρού» των αναδυόμενων αγορών, Mark Mobius, σε αποκλειστική συνέντευξη που έδωσε στο Liberal. Σύμφωνα με τον κ. Mobius, για να γίνουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην Ελλάδα θα πρέπει πρωτίστως να υπάρχει ένα ξεκάθαρο και μακροχρόνιου χαρακτήρα πλαίσιο κανόνων. Επίσης, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι ισχύει το σύνολο των ευρωπαϊκών κανόνων, από τη στιγμή που η χώρα παραμένει στο ευρώ, σημειώνει ο κ. Mobius.
Οι ευρύτερες ανησυχίες για τις τράπεζες και η απαξίωση του εγχώριου κλάδου αντανακλάται και στο χρηματιστηριακό ταμπλό. Από το υψηλό του Μαΐου, μετά τις ενδείξεις ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης που είχε ως επακόλουθο την επαναφορά του waiver, οι μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών έχουν υποχωρήσει μεταξύ 43%-55%. Όσο η ανάπτυξη δεν επιβεβαιώνεται και το επενδυτικό κλίμα δεν βελτιώνεται, τόσο η απειλή μίας νέας ανακεφαλαιοποίησης θα πλανάται πάνω από το τραπεζικό σύστημα.

liberal.gr
Share on Google Plus

About Unknown

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου