Φαίνεται πως καλλιεργούνται συνθήκες διεξαγωγής δημοψηφίσματος, για την εκούσια έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη – αφού οι δανειστές έχουν συνειδητοποιήσει πως η χώρα είναι πια αθεράπευτα χρεοκοπημένη, χωρίς καμία ελπίδα διάσωσης της.
Με βάση την πρόσφατη δημοσκόπηση του περιοδικού «Zero», το 63% των Ελλήνων πιστεύει πως οι συνέπειες της αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα είναι αρνητικές όσον αφορά την οικονομία – ενώ μόλις το 18% θεωρεί ότι θα είναι θετικές. Τα ίδια περίπου ποσοστά διαμορφώνονται σε σχέση με τη διεθνή της θέση (61%, 14%), καθώς επίσης με τα νοικοκυριά (59%, 20%).
Εν τούτοις, αυτοί που θα ήθελαν να συνεχίσει η Ελλάδα με το ευρώ είναι μόλις το 53% των ερωτηθέντων, με το 33% να τάσσεται υπέρ του εθνικού μας νομίσματος – παρά το ότι πάνω από το 60% πιστεύει πως η αποχώρηση θα είναι καταστροφική.
Λογικά λοιπόν συμπεραίνεται πως όλο και περισσότεροι Έλληνες έχουν την ψευδαίσθηση ότι, το ευρώ είναι η βασικότερη αιτία των προβλημάτων τους – γεγονός που πιθανότατα σημαίνει πως δρομολογείται ήδη το επόμενο μεγάλο λάθος της χώρας, αφού έχουν προηγηθεί οι αποτυχημένες δοκιμές με όλα τα πολιτικά κόμματα.
Δυστυχώς δεν αναρωτιούνται τι ακριβώς θα αλλάξει στην Ελλάδα, εάν αποφασίσει να βγει από την Ευρωζώνη, κυρίως όσον αφορά το πολιτικό της σύστημα – παρά το ότι όλοι πιστεύουν πως είναι υπεύθυνο για την υπερχρέωση (2009), για τη χρεοκοπία (2011) και για το ξεπούλημα της χώρας (2015). Αναλυτικότερα υπενθυμίζουμε τα εξής:
Το θεμελιώδες πρόβλημα των Θεσμών
Μία πρώτη διαπίστωση είναι το ότι οι δημοκρατικοί, καθώς επίσης οι κρατικοί Θεσμοί της χώρας (κοινοβούλιο, Δικαστήρια, εφορίες, πολιτικά κόμματα, δημόσιες υπηρεσίες, εργατικά συνδικάτα κλπ.), δεν μπορούν να θεωρηθούν αποτελεσματικοί και αποδοτικοί – συγκρινόμενοι με τους αντίστοιχους στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες.
Η συνειδησιακή υπευθυνότητα τους απέναντι στο σύνολο της κοινωνίας είναι ελάχιστα εξελιγμένη, ενώ τόσο η δημόσια διοίκηση, όσο και οι πολιτικοί δεν απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη των Πολιτών. Ως εκ τούτου το πρόβλημα της Ελλάδας, εντός ή εκτός του ευρώ, δεν είναι το μεγάλο ή το μικρό κράτος – αλλά το μη αποτελεσματικό κράτος.
Το γεγονός αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη μη ομαλή, ελαττωματική, ανορθολογική λειτουργία των «κοινωφελών υπηρεσιών» όπως, για παράδειγμα, του φορολογικού συστήματος της χώρας – το οποίο, επειδή δεν είναι «ανταποδοτικό» (οι φόροι που πληρώνονται δεν επιστρέφονται στους Πολίτες, με τη μορφή των αντίστοιχων δημοσίων υπηρεσιών), δεν γίνεται όσο θα έπρεπε σεβαστό από τους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να προσπαθούν δυστυχώς να το παρακάμψουν, με διάφορα τεχνάσματα.
Αναποτελεσματικές και μη αποδοτικές είναι επίσης οι κρατικές επιχειρήσεις όπως, για παράδειγμα, η ΔΕΗ, ο ΟΣΕ, η ΔΕΠΑ κοκ. – ενώ η διαφθορά, καθώς επίσης η ανεπαρκής, υπερβολική γραφειοκρατία, διογκώνουν ακόμη περισσότερο τα προβλήματα της χώρας. Η κατάσταση αυτή δεν έχει σχέση βέβαια με την ιδιαιτερότητα ή/και με τον κακό χαρακτήρα των Ελλήνων, αλλά με τα «στάδια εξέλιξης» των δημοσίων Θεσμών – οι οποίοι απολαμβάνουν μία περιορισμένη έως ελάχιστη «νομιμοποίηση» στις συνειδήσεις των Πολιτών, λόγω των οδυνηρών ιστορικών εμπειριών της χώρας.
Ειδικότερα, η Ελλάδα ανεξαρτητοποιήθηκε ως κράτος το 1821, μετά από πολλούς αιώνες υποδούλωσης, σε έναν λαό χαμηλού επιπέδου και διαφορετικής θρησκείας. Στη συνέχεια ακολούθησαν εμφύλιοι πόλεμοι, πολιτικές αναταραχές, παγκόσμιες συρράξεις, κατοχή εκ μέρους άλλων κρατών, η δικτατορία του 1967/74, καθώς επίσης η επιστροφή της δημοκρατίας – η οποία όμως χαρακτηριζόταν από την απόλυτη κυριαρχία ορισμένων πλούσιων οικογενειών.
Από οικονομικής πλευράς, τα μισά χρόνια μετά την απελευθέρωση της η Ελλάδα ήταν χρεοκοπημένη, με όλα όσα δεινά κάτι τέτοιο συνεπάγεται. Επομένως, οι Θεσμοί της χώρας δεν κατάφεραν ποτέ να εξελιχθούν, ενώ οι Πολίτες της δεν μπόρεσαν ποτέ να τους εμπιστευθούν – με αποτέλεσμα να αποτελούν σήμερα τη βασική αιτία των προβλημάτων της.
Το λάθος της υιοθέτησης του ευρώ
Η επόμενη διαπίστωση είναι το ότι η Ελλάδα, λόγω ακριβώς των αδύναμων Θεσμών της, δεν έπρεπε να είχε υιοθετήσει το ευρώ – με τα προβλήματα τουλάχιστον που έχει το κοινό νόμισμα, ακόμη και σήμερα. Η είσοδος της στην Ευρωζώνη λοιπόν, σε συνδυασμό με τους νοσηρούς Θεσμούς της, είναι αυτή που προκάλεσε την καταστροφή της χώρας.
Εν τούτοις, κατά τα πρώτα χρόνια της εισόδου της, τα «μηνύματα» ήταν εντελώς διαφορετικά – αφού η Ελλάδα επιτύγχανε εντυπωσιακούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι ήταν υψηλότεροι από πολλές άλλες χώρες. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ της από το 1999 έως το 2007, σε σχέση με αυτήν ορισμένων άλλων χωρών – με πρώτη την Ιρλανδία (πηγή: IMF, F&W).
Περαιτέρω, τα επιτόκια δανεισμού της χώρας, μετά την είσοδο της στην Ευρωζώνη, μειώθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό – όπου τα βραχυπρόθεσμα ήταν σχεδόν ίσα με αυτά της Γερμανίας (0,2% το 2004, όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί).
Επομένως, ήταν πολύ εύκολος και φθηνός μαζί ο δανεισμός τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημοσίου τομέα της – γεγονός στο οποίο οφείλεται ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης της, καθώς επίσης η σημερινή της κατάρρευση, από τις εντελώς αντίθετες συνθήκες που επικρατούν.
Συνεχίζοντας, αυτό που εκείνη την εποχή φαινόταν ως επιτυχία, ήταν ουσιαστικά η πρώτη πράξη του δράματος που βιώνει η Ελλάδα σήμερα – αφού το χαμηλό ύψος των επιτοκίων δανεισμού, ήταν το αποτέλεσμα της μαζικής εισροής ξένων κεφαλαίων στη χώρα, μέσω των οποίων χρηματοδοτούνταν τα συνεχώς υψηλότερα «δίδυμα ελλείμματα» της (όπως συνέβη στην ασιατική κρίση).
Βέβαια, η Ελλάδα δεν ήταν η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης, η οποία είχε τη συγκεκριμένη εξέλιξη, αφού κάτι ανάλογο συνέβαινε στην Ιρλανδία, στην Ισπανία κοκ. – με τη διαφορά ότι σε αυτές τις χώρες υπερχρεώθηκε ο ιδιωτικός τομέας, ενώ στην Ελλάδα ο δημόσιος (επειδή ήταν αντικείμενο εκμετάλλευσης του πελατειακού κράτους που είχαν εγκαταστήσει τα πολιτικά κόμματα).
Εν προκειμένω, η αιτία του κακού δεν ήταν η Ελλάδα ή η Ισπανία, αλλά η ΕΚΤ – η οποία είχε υιοθετήσει μία πολιτική χαμηλών επιτοκίων, για να βοηθήσει μία και μόνο χώρα: τη Γερμανία που, λόγω του ασθενούς τότε ρυθμού ανάπτυξης της, θεωρούταν ως το «άρρωστο μέλος της Ευρώπης».
Η αδυναμία αντιμετώπισης των ανισορροπιών
Η τρίτη διαπίστωση είναι το ότι μία χώρα, με αδύναμους έως νοσηρούς Θεσμούς, μπορεί να επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, εάν χρηματοδοτούνται από αυξημένες εισροές κεφαλαίων – οι οποίες κάνουν εφικτή την υπερχρέωση της.
Η ανάπτυξη όμως αυτή αποτελεί ταυτόχρονα τη βασική αιτία της καταστροφής της – επειδή, λόγω των αδύναμων Θεσμών της, δεν έχει τη δυνατότητα να καταπολεμήσει τις ανισορροπίες που νομοτελειακά προκαλεί η ανάπτυξη, ειδικά εάν είναι μέλος της Ευρωζώνης. Στα πλαίσια αυτά τα εξής:
(α) Για να μειωθεί το δημόσιο χρέος μίας χώρας της Ευρωζώνης σε λογικά επίπεδα, χωρίς μία περεταίρω διαγραφή, απαιτούνται σκληρά μέτρα λιτότητας – επομένως, μία πολιτική που περιορίζει την ανάπτυξη.
Η πολιτική όμως αυτή είναι πάρα πολύ προβληματική, εάν δεν επιβοηθείται από άλλους συντελεστές, έτσι ώστε να «απαλύνεται» η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης ή να εμποδίζεται η ύφεση – όπως η υψηλή παραγωγικότητα, το λειτουργικό επιχειρηματικό και φορολογικό πλαίσιο, οι νεωτερισμοί κοκ. Με δεδομένες τις παραπάνω θεσμικές και λοιπές αδυναμίες της Ελλάδας, το ΑΕΠ της κατέρρευσε – οπότε ήταν και είναι αδύνατος ο περιορισμός του δημοσίου χρέους.
(β) Λόγω της ύφεσης/μειωμένης ζήτησης στην εγχώρια αγορά, οι ελπίδες περιορισμού του χρέους και διατήρησης της ανάπτυξης επικεντρώνονται στις εξαγωγές – στις οποίες συμπεριλαμβάνεται ο τουρισμός. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει τη μείωση της πραγματικής ισοτιμίας του νομίσματος (υποτίμηση) – η οποία δεν είναι εφικτή για μία χώρα της Ευρωζώνης (ενώ η σημερινή πτώση του ευρώ συνέβη πολύ καθυστερημένα).
Αυτό που απομένει λοιπόν είναι η «εσωτερική υποτίμηση», μέσω της μείωσης των μισθών και των τιμών – η οποία όμως επιδεινώνει το χρέος, αφού αυξάνεται σε όρους αγοραστικής αξίας (πόσο μάλλον ο αποπληθωρισμός, στον οποίο βυθίστηκε η χώρα).
Η επιβολή τώρα υψηλότερων φόρων σε χαμηλότερα εισοδήματα, για να εξισορροπήσουν τα μειωμένα έσοδα του δημοσίου λόγω της πτώσης του ΑΕΠ, αποτέλεσε τη χαριστική βολή για την οικονομία της χώρας. Εκτός αυτού οι εξαγωγές δυσχεραίνουν, επειδή όλες οι άλλες χώρες της νομισματικής ένωσης επιδιώκουν ακριβώς το ίδιο – συμπεριλαμβανομένης δυστυχώς της Γερμανίας.
(γ) Το αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν να βυθιστεί η Ελλάδα σε μία ύφεση άνευ προηγουμένου, συγκρίσιμη μόνο με αυτήν των Η.Π.Α. το 1929 – από την οποία δεν θα κατάφερναν ποτέ να εξέλθουν ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες, εάν δεν μεσολαβούσε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος.
Επομένως, η απαίτηση να τα καταφέρει η Ελλάδα, όταν απέτυχαν όλες οι άλλες χώρες στο παρελθόν, βυθιζόμενες σε ανάλογες κρίσεις, ακόμη και όταν είχαν τη νομισματική τους κυριαρχία όπως οι Η.Π.Α., είναι ουτοπική – εάν όχι κακοπροαίρετη και κακεντρεχής.
(δ) Τόσο το βάθος, όσο και η διάρκεια της οικονομικής κρίσης, δεν υπονομεύουν μόνο τη σταθερότητα της Οικονομίας αλλά, επίσης, αυτήν της Πολιτικής – ενώ οδηγούν σε συνεχείς αλλαγές κυβερνήσεων, σε λαϊκές εξεγέρσεις, σε μαζικές εκροές των καταθέσεων εκτός του χρηματοπιστωτικού συστήματος κοκ.
Εάν η Ελλάδα δεν ήταν μέλος της Ευρωζώνης, οι εκροές θα είχαν ως αποτέλεσμα την υποτίμηση του νομίσματος – αφού η κεντρική τράπεζα θα υποχρεωνόταν να εκδίδει νέα χρήματα. Λόγω του ότι όμως δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, προκλήθηκε μία απειλητική κρίση ρευστότητας, η οποία αυξάνει ακόμη περισσότερο τους σοβαρούς κινδύνους αστάθειας – με ανυπολόγιστα αποτελέσματα για την κοινωνική ειρήνη και συνοχή.
(ε) Επειδή η χώρα δεν διαθέτει τη δική της κεντρική τράπεζα, η οποία θα είχε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τυχόν μαζικές τραπεζικές επιθέσεις, εγγυώμενη τις καταθέσεις των Πολιτών, οι εκροές αυξάνονται συνεχώς – έως εκείνη τη στιγμή που καθίσταται υποχρεωτική η επιβολή περιορισμών στην ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, παρά το ότι το βασικό πρόβλημα της Ελλάδας ήταν και είναι οι ελλειμματικοί Θεσμοί, δεν υπήρξε καμία αλλαγή προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση – αφού λήφθηκαν μόνο εξοντωτικά εισπρακτικά μέτρα εκ μέρους των δανειστών, οι οποίοι αδιαφόρησαν για όλα τα υπόλοιπα.
Έτσι η χώρα μας δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθει οικονομικά – πόσο μάλλον αφού έχει χρεοκοπήσει επίσημα με το PSI χάνοντας εντελώς την εμπιστοσύνη των αγορών, επί πλέον στο ότι θεωρούν ανόητη την ηγεσία της (τα μόλις 51,3 δις € που μειώθηκε το δημόσιο χρέος, οπως φαίνεται στο γράφημα, ενώ λίγο αργότερα δαπανήθηκαν σχεδόν 40 δις € για τις τράπεζες που χρεοκόπησαν από το PSI τεκμηριώνουν το μέγεθος της ανοησίας).
Ακόμη χειρότερα, το δημόσιο χρέος ξεπέρασε το προηγούμενο ανώτατο ύψος του, παρά την καταστροφική διαγραφή του κ. Βενιζέλου, ενώ παράλληλα κλιμακώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ιδιωτικό, από σχεδόν μηδενικό προηγουμένως – με τις τράπεζες να ευρίσκονται στα όρια της επιβίωσης.
Κατηγορία οφειλής | Ύψος οφειλών |
Παλαιά ληξιπρόθεσμα χρέη στην εφορία | 82,2 δις € |
Νέα ληξιπρόθεσμα χρέη στην εφορία | 10,7 δις € |
Χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία | 30,0 δις € |
Χρέη σε τράπεζες | 198,2 δις € |
Χρέη σε ιδιώτες από ακάλυπτες επιταγές | 634,4 4κ. € |
Ρυθμισμένα χρέη στη ΔΕΗ | 1,3 δις € |
Χρέη στην ΕΥΔΑΠ | 140,0 εκ. € |
Χρέη σε εταιρείες τηλεφωνίας | 100,0 εκ. € |
Σύνολο | 323 δις € ή 180% του ΑΕΠ (180 δις €) |
Πηγή: Zero
Εύλογα λοιπόν οι δανειστές, γνωρίζοντας επακριβώς το μέγεθος των προβλημάτων και την αδυναμία επίλυσης τους, ψάχνουν εναγωνίως έναν τρόπο για να πείσουν την Ελλάδα να εγκαταλείψει εκούσια την Ευρωζώνη – επειδή δεν μπορούν να την αναγκάσουν, λόγω του ότι η συμμετοχή στη νομισματική ένωση είναι αμετάκλητη. Ο στόχος τους είναι να απομονωθεί από όλα τα υπόλοιπα κράτη, για να μην πυροδοτήσει ξανά την κρίση χρέους, όπως το 2010 – ενώ το ΔΝΤ έχει ήδη αποχωρήσει, προσπαθώντας να εισπράξει όσα περισσότερα μπορεί, από τα δάνεια που έδωσε στο παρελθόν.
Ο τρόπος αυτός δεν είναι άλλος, από το να πεισθεί κάποια κυβέρνηση να διεξάγει ένα δημοψήφισμα υπέρ της εξόδου από την Ευρωζώνη, αφού προηγουμένως θα έχει εξασφαλισθεί η θετική απάντηση των Πολιτών – κάτι που φαίνεται να προετοιμάζεται σιωπηλά στο παρασκήνιο, με διάφορες μεθόδους. Εάν πράγματι συμβεί κάτι τέτοιο, τότε θα έχουν τη χαρά οι οπαδοί της δραχμής να εφαρμόσουν πρακτικά αυτά που προτείνουν στους Έλληνες, υπό τις σημερινές καταστροφικές συνθήκες – οπότε θα κριθούν εκ του αποτελέσματος, το οποίο προτιμούμε να μην περιγράψουμε καθόλου.
Σε κάθε περίπτωση, με δεδομένο το ότι η Ελλάδα ανήκει πια στους δανειστές της, όσον αφορά τη δημόσια περιουσία της μέσω του Υπερταμείου και την ιδιωτική μέσω των τραπεζών, η λεηλασία της θα είναι ευκολότερη και φθηνότερη με τη βοήθεια της δραχμής – γεγονός που σημαίνει πως έχουν έναν ακόμη λόγο να την επιθυμούν.
analyst.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου