Οι Ιταλοί ψηφίζουν ΝΑΙ ή ΟΧΙ σε ένα «μνημόνιο αλά ιταλικά» που γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί έμμεσα – ενώ είναι παγιδευμένοι από τις αγορές, έχοντας ελάχιστες πιθανότητες να αποφύγουν τελικά τη δικτατορία των τοκογλύφων (ηχητικό).
«Τα συντάγματα και οι πολιτικές που υιοθετήθηκαν στη νότια περιφέρεια της Ευρώπης είναι υπερβολικά υπέρ των Πολιτών, επειδή έχουν τεθεί σε εφαρμογή μετά την πτώση του φασισμού, για να τους προστατεύουν από τέτοιου είδους συστήματα.Ως εκ τούτου έχουν μία σειρά από χαρακτηριστικά που φαίνεται πως είναι ακατάλληλα για την περεταίρω ολοκλήρωση της περιοχής. Η Ευρώπη δεν χρειάζεται οικονομικές μεταρρυθμίσεις, αλλά πολιτικές αλλαγές» (J.P. Morgan, 2013 με δικές μας παρεμβάσεις).
Ανάλυση
Δυστυχώς δεν φαίνεται να έχει γίνει ακόμη αντιληπτό με μοναδική ίσως εξαίρεση τη Γερμανία ότι, η Δημοκρατία και τα Χρέη είναι δύο έννοιες ασύμβατες μεταξύ τους – με την έννοια πως όταν μία χώρα είναι υπερχρεωμένη είτε αναλαμβάνουν την εξουσία δικά της αυταρχικά καθεστώτα, είτε αντίστοιχα των αγορών.
Η Γερμανία είναι ίσως η μοναδική, επειδή έχει δρομολογήσει τις προσπάθειες απεξάρτησης της από τη δικτατορία του χρέους το 2000, με την «ατζέντα 2010» του τότε καγκελαρίου της – διαθέτοντας από το παρελθόν της αρκετές εμπειρίες τόσο όσον αφορά την υπερχρέωση, όσο και τον υπερβολικό πληθωρισμό, όταν θελήσει να αντιμετωπίσει κανείς τα χρέη με αυτήν τη μέθοδο, εφόσον έχει το δικό του νόμισμα(όπως εάν επέλεγε η Ελλάδα τη δραχμή).
Με μία δική της πολιτική λιτότητας λοιπόν και με ένα δικό της μνημόνιο, προτού της το επιβάλλουν οι δανειστές της και οι αγορές – όπως συνέβη στην περίπτωση της Ελλάδος. Ο συνδυασμός πάντως της υπερχρέωσης με τον υπερπληθωρισμό, ήταν αυτός που οδήγησε στην εξουσία το Χίτλερ – κάτι που, εάν δεν συνέβαινε, θα παρέμεναν στην εξουσία τα κράτη-δανειστές της και κατ’ επέκταση οι αγορές με την τότε μορφή τους.
Ειδικά όσον αφορά την Ιταλία, έχει έλθει η σειρά της να υποταχθεί στη δικτατορία των αγορών περιορίζοντας τη Δημοκρατία – αφού η οικονομία της υποφέρει από μία σειρά μεγάλων προβλημάτων. Επιγραμματικά τα προβλήματα αυτά, τα οποία έχουμε επισημάνει ήδη από το 2014 με την ανάλυση μας «Τρόικα, διαγραφή ή λιρέτα», είναι τα εξής:
(α) Η κατάρρευση της βιομηχανικής της παραγωγής, κυρίως λόγω της αδυναμίας της να ανταγωνιστεί με τη Γερμανία – αφού δεν είναι σε θέση να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα της με την υποτίμηση του νομίσματος της, όπως στο παρελθόν, επειδή είναι μέλος της Ευρωζώνης.
(β) Ο περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης, ως αποτέλεσμα της απώλειας της ανταγωνιστικότητας της – οπότε των επενδύσεων, αφού κανένας δεν επενδύει όταν η εγχώρια ζήτηση μειώνονται, ταυτόχρονα με τις εξαγωγές.
(γ) Τα προβλήματα στην αγορά εργασίας, λόγω της παγκοσμιοποίησης – με την έννοια πως οι μισθοί των βιομηχανικών χωρών συγκλίνουν με αυτούς των αναπτυσσομένων (ανάλυση). Η αιτία είναι το ότι, οι επιχειρήσεις παράγουν τα προϊόντα τους εκεί που της συμφέρει, αφού τους το επιτρέπουν πια τόσο τα ανοιχτά σύνορα, όσο και η τεχνολογία (διαδικτυακές συνδέσεις κλπ.).
(δ) Η μη αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων της μετά το 2000 – κάτι που συμβαίνει επίσης στη Γαλλία, χωρίς η τάση αυτή να συνοδεύεται από μία ανάλογη μείωση των μισθών (περιορισμός του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος – ανάλυση).
(ε) Η στασιμότητα του ΑΕΠ της μετά το 2000, όπου η χώρα εισήλθε στην Ευρωζώνη – αφού είναι η μοναδική που δεν κατάφερε καθόλου να αναπτυχθεί ούτε την πρώτη περίοδο, όπου σχεδόν όλες οι υπόλοιπες είχαν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
(στ) Η υπερχρέωση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος – όπου τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών της έχουν φτάσει σχεδόν στα 400 δις €, εκ των οποίων τα 200 δις € είναι αδύνατον να εισπραχθούν. Η δικτύωση της βέβαια με τις άλλες τράπεζες της Ευρωζώνης, δεν επιτρέπει την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος – ενώ προβλέπεται πως τελικά θα διασωθεί, με τη συμμετοχή των Πολιτών, Ιταλών και Ευρωπαίων.
(ζ) Η υπερχρέωση του δημοσίου της, τα χρέη του οποίου υπερβαίνουν τα 2 τρις € ή το 130% του ΑΕΠ – ενώ είναι πιθανόν πολύ υψηλότερα, εάν συμπεριλάβει κανείς τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως έγινε στην Ελλάδα μετά την εισβολή του ΔΝΤ.
(η) Το τελευταίο και μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα της χώρας, λόγω του οποίου πολύ δύσκολα θα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη υιοθετώντας τη λιρέτα ή/και θα προέβαινε σε στάση πληρωμών, είναι ο εσωτερικός δανεισμός της – η χρηματοδότηση δηλαδή του δημοσίου χρέους της από τους ίδιους τους Πολίτες, σε ποσοστό που υπολογίζεται στο 50% (στην Ελλάδα ήταν κάτω από το 10%, οπότε ήταν το 2010 πολύ πιο εύκολη η χρεοκοπία της, καθώς επίσης η έξοδος της από την Ευρωζώνη).
Ακόμη χειρότερα, οι Ιταλοί χρηματοδοτούν επίσης σε μεγάλο βαθμό τις τράπεζες τους, αφού προτιμούσαν στο παρελθόν τις αγορές των ομολόγων τους αντί τις καταθέσεις, λόγω των υψηλότερων επιτοκίων – οπότε, τυχόν κατάρρευση των τραπεζών, θα είχε τρομακτικές συνέπειες για τον πληθυσμό. Με δεδομένο δε το ότι, τόσο το δημόσιο, όσο και οι τράπεζες επιβιώνουν σήμερα αποκλειστικά και μόνο με τη βοήθεια της ΕΚΤ, η Ιταλία είναι πολύ εύκολο να εκβιαστεί από τις αγορές και τη Γερμανία – οπότε μάλλον θα υποκύψει τελικά.
Εάν δε επικρατήσει τελικά το ΟΧΙ (προηγείται με μόλις 54% στις δημοσκοπήσεις), καθώς επίσης εάν παραιτηθεί ο πρωθυπουργός της όπως δήλωσε, τότε η πολιτική αβεβαιότητα θα εκτοξεύσει στα ύψη τα επιτόκια δανεισμού τόσο του κράτους, όσο και των τραπεζών – υπενθυμίζοντας πως μετά το 1945, σε 70 δηλαδή χρόνια περίπου, η Ιταλία έχει αλλάξει 63 κυβερνήσεις.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, όπως έχει ήδη γραφεί, οι Ιταλοί ψηφίζουν ουσιαστικά την κατάργηση της εκλογής της Γερουσίας απ’ ευθείας από τους Πολίτες – οπότε το διορισμό της από την εκάστοτε κυβέρνηση, έτσι ώστε να ψηφίζονται πιο εύκολα τα νομοσχέδια που απαιτούν οι αγορές(άρθρο).
Επομένως, ψηφίζουν ΝΑΙ ή ΟΧΙ σε ένα μνημόνιο «αλά ιταλικά» που γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί έμμεσα – οπότε ευρίσκονται παγιδευμένοι στη μέγγενη των αγορών, έχοντας ελάχιστες πιθανότητες να αποφύγουν τελικά τη δικτατορία των τοκογλύφων. Ακολουθεί η σημερινή συζήτηση του κ. Σαχίνη με τον κ. Βιλιάρδο για το θέμα της Ιταλίας.
ηχητικό
https://youtu.be/OYcF13ad2Hg
analyst.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου